23/2/06

ΣΧΟΛΗ ΓΟΝΕΩΝ (2000-2004)






















PUZZLE

Δε θέλω,σε κομμάτια εσύ να κόβεσαι
κι ένα κομμάτι να μου δίνεις,
ένα που μου ταιριάζει να σου παίρνω`
σε θέλω άνθρωπο ολόκληρο:
κάτοπτρο γυαλιστερό απέναντι να σ` έχω,
όχι σπασμένο,
κομματιαστή να βλέπω τη μορφή μου μέσα του`
τέτοιον καθρέφτη δεν μπορώ, γιατί αρρωσταίνω.

Τα ιμάτιά σου εγώ, σε κλήρο δεν τα ρίχνω:
λίγη ματιά σήμερα να κληρώνω, αύριο μισή φωνή να δίνω
και μεθαύριο τη ζεστασιά να παραδίνω
απ` άγγιγμα στιγμής -όλα κομμάτια της δικής μου της ψυχής.
Κομμάτια εγώ δεν εκποιώ:
ολόκληρο τον εαυτό μου, στο Σταυρό τον στήνω.

Της θεομηνίας τα έργα μου που έπληξα,
με μέτρα ανθρώπινα -κομματιαστά-
βλάβες δεν θα μετρήσω`
καλύτερα, χαντάκια μέσα μου σκαμμένα ν αφήσω
Με μέτρα ολόκληρα ,τον εαυτόν μου να! μετρώ:
έτσι μετρώ κι εσένα.

Εσύ, κομμάτια που μου δίνεσαι,
με ποια δικά μου να σε συμπληρώσω;
Λίγα από μένα μόνο ζήτησες !
Κι εγώ που σκόπευα όλο τον εαυτόν μου
να σου δώσω…



BEST-SELLER

Στη γωνία έχω στημένο,
λίγο χρόνο μου κλεμμένο
και θα σου τον τουφεκίσω:
έτσι, ελπίζω να σε συναντήσω
-γιατί υπό κανονικές συνθήκες
(τα ξέρεις, στα `χω πει )
χρόνο δεν έχω, να σου χαρίσω…
Πού να στα λέω !
Για τούτη τη συνάντηση
σου πήρα μίαν έκδοση
-ευτυχώς που δεν χαλάει,
ώστε να μην φανεί
του χρόνου η αλλοίωση.
Κάπου θα σε πετύχω!
αυτό το «θα τα πούμε σύντομα»
που από πέρυσι σ` αγόρασα,
εφέτος κατά σύμπτωση
έγινε best-seller.
Πουλιέται διαρκώς η απόσταση,
σε διάφανη συσκευασία του ξεχνιέσαι…


ΓΛΩΣΣΙΚΑ ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ


Οι λέξεις που κυλάνε σε τροχιές,
το μύθο τους σπρώχνοντας να προχωρήσει,
έχουνε μνήμη μεγαλύτερη απ` το χτες
που η σκέψη δεν μπορεί να συγκρατήσει.

Όταν η γλώσσα δεν ακολουθεί
τον αργό των στερεότυπων ρυθμό,
μ` άλλα λόγια ζητά να ειπωθεί
δανεικά, απ` έναν άλλον εαυτό:

τον δικό σου που εντός μου ζει,
που στη δική σου γλώσσα μου μιλά`
ώσπου η δική μου μνήμη να σβηστεί
κι απ` τη δική σου λέξεις να γεννά.

Κανείς ποτέ -μ` όλες τις φήμες-
ποιες λέξεις ήρθαν δεν θα μάθει`
μιλώ με τις δικές σου λέξεων-μνήμες
σε γλωσσικό ακροπατώντας μονοπάτι.

Μες τις δικές σου λέξεις μη πνιγείς`
να ! γυρίζω πάλι τη σελίδα:
δικές μου λέξεις σου δίνω για να πεις,
κάθε μου λέξη μια μικρούλα καρδερίνα,
μεταμορφώνει τον τρόπο σου ν` αντιληφθείς.

Σα τη δική μου γλώσσα δεν καταλαβαίνεις,
απ` τη δική σου λέξεις νέες επινοώ`
δεν μεταφράζω των συμβόλων την ασκήμια
λέξεις-ασήμια στο δέντρο μας κρεμώ.

Σ` ευχαριστώ: απ` τη γλώσσα σου
το παίρνω και πάλι στο γυρνώ,
ό,τι μου μαθες σου ξαναδίνω,
μες τις δικες σου λέξεις σεργιανώ !

Το κουτί των οραμάτων μου θ` ανοίξω
με γνώση, απ` άλλων κόσμων τη ζωή`
στα παραθύρια τις κουρτίνες θα τραβήξω
έξω φωνάζοντας, ό,τι εντός μου έχει γραφεί.


Α Ν Α Χ Ω Ρ Ο Υ Μ Ε

Νιάτα, πώς ξεφύγατε
απ` το αιώνιο παρελθόν
-που φυλακή στις πράξεις
και στο σώμα στέκεται;
πώς βέλη εξακοντίσατε
στ` αέναο παρόν,
πώς στη φαρέτρα σας
τα βέλη βρήκατε;

Το δράκο-που το σώμα
και το πνεύμα σας φυλάκιζε-
καρτερικά παραπλανώντας
πώς σκοτώσατε;
μ` άλματα απροσπέραστα
γλιτώσατε,
στις Συμπληγάδες
που εμπρός ορθώσατε.

Πού βρήκατε την αντοχή,
το μέλλον να σηκώσετε
στους ώμους;
πώς δώσατε-χωρίς να λάβετε-
περιορισμένοι
σ` αυστηρούς τους νόμους;

Αχ ! καρδιά σαν συλλογίζεσαι
αυτά τα νιάτα τα δραστήρια,
στους πίσω χρόνους ανατρέχεις
και λύνεις όλα τα μυστήρια !

Είναι τα νιάτα μια αμαξοστοιχία
στις ράγες ορμητικά π` αναχωρεί:
πετ` από πάνω σου τη δυστυχία
κι ανέβα οπου σου βρεθεί!

Όπου τα νιάτα κι αν τα συναντούμε,
ασυγκράτητ` η ψυχή σ` ένα βαγόνι μπαίνει`
είν` η ζωή μ` αυτά δεμένη`
βάστα καρδιά κι αναχωρούμε !


Α Ν Ε Ι Π Ω Τ Α

Τ` ανείπωτα, το χιόνι τα`θαψε
στο βάθος της αυλής`
μες τις πευκοβελόνες
του δάσους τα `κρυψε
τ` αγριοκαίρι.

Στους κρυσταλλένιους
των πλατανιών τους κλώνους ,
ασήμι τ`ανείπωτα
μες τις κουφάλες κρύβονται:
στης ρεματιάς κυλώντας,
χάνονται τ` αγκάλι.

Ο τσαλαπετεινός στ` ανείπωτα
το ράμφος του βουτά`
πετώντας, μες το σύννεφο
τα κρύβει`
κι αυτό στ` ηλιοβασίλεμα τα δίνει.

Ροδαλές αχτίδες του πρωϊνού
τ` ανείπωτα μας στέλνουν`
ο κούκος πλάϊ μας τα λαλεί,
τ` αγέρι μες τα αφτιά μας
τα σφυρίζει`
με ψιθύρους, στης φύσης
το γάμο μας καλεί !

Τ` ανείπωτα,
που μου` πε αυτό τ` αγέρι,
μες το χιονιά τα ξανασκόρπισε
τ` αγριοκαίρι...


ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ


Έτσι γράφονται τα ποιήματα:
με πόνο ξετυλίγουν στο χαρτί
και το μελάνι ξεπηδά από δάκρυα`
κάτι απ` τη ψυχή σου θα φανερωθεί.

Έτσι στέλνονται μηνύματα:
τη πόρτα σου χτυπάνε το πρωί
οι ηλιαχτίδες,
που γλιστράν απ` τα παράθυρα`
στο δώμα σου το φως να ξεχυθεί.

Ως πότε ακόμη,
τον εαυτό σου θα φοβάσαι,
γιατί τις άφατες τις τάσεις φανερώνει`
για πόσο ακόμη,
τις νυχτιές δεν θα κοιμάσαι,
ως να παραδεχτείς όσα σου δηλώνει.

Τα πρόσωπά σου άπειρα
-όσα τα` αστέρια-
απ` τον ουρανό ξεχύνονται,
σου απλώνουν μύρια χέρια:
σε μιαν ενότητα,
είν` όλα τους κρυμένα,
σ` αρχέγονες μορφές
εκεί ψηλά γραμμένα.

Στον κόσμο, με προορισμό,
είσ` εν δυνάμει θείο πλάσμα:
των μορφών σου βρες τον αριθμό,
φανέρωσε της φύσης σου το φάσμα…

ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ

Όποιος θανάτους έχει ζήσει,
τα νήματα του παρελθόντος
δεν θα τα κρατήσει:
προτού η αυλαία κλείσει,
απ` τις κλωστές ξεκόβει
και χειροκροτεί,
αυτά που ως τώρα έχει ποθήσει.

Τη γέφυρα του μέλλοντος γκρεμίζει:
άχρηστα μολύβια και προσχέδια
δεν κρατά`
συθέμελα τα βάθρα της δυναμιτίζει
και για σκουπίδια τα υλικά πετά.

Το τώρα στίγμα μόνο δίνει,
το παρελθόν κρύβει μια νοσταλγία`
όσα δεν έζησες σου δείχνει,
τη ρότα σου χαράζει με μαγεία.

Αυτή δεν έχει πιά συντεταγμένες:
ακυβέρνητο ταλανίζει το σκαφί
πότε μ` άμπωτη ή πλημμυρίδα
προχωράει δίχως να σκεφτεί !

Των λογικών τα λογικά παιδιά,
τρέλλα θα το `λεγαν
στο κύμα δίχως ρότα,
ανελέητα εγκαταλείπεις τα κουπιά
και να γυρίζεις στ` όνειρα,
τα πρώτα - πρώτα:
τότε που τόλμησες στ` αστέρια ν` ανεβείς
και με προοπτική τη γη σου να κοιτάξεις
σ` αρχέγονη το χέρι δίνοντας μορφή,
μέσα σε μύριους ήλιους να πετάξεις.

Τη διαφορά θα τη πληρώσεις
-δεν μπορεί ! –
εσύ που απ` τα πλήθη θέλεις να ξεφύγεις,
με μοναξιά κι απόμακρη ζωή,
μες τους πολλούς έχεις ταχθεί να ξεχωρίζεις.

Το θάνατο έχεις φίλο σου πιστό
πότε έρχεται και πότε πάλι φεύγει`
συχνά σου ψιθυρίζει μυστικά
πως τίποτε αναλλοίωτο δεν μένει.

Όποιος το θάνατο έχει στα μάτια δει
πορεία ν` αλλάξει δεν θα φοβηθεί:
βαθειά τη σιγουριά του να ταράξει
και σ` άλλους κόσμους να πετάξει.



ΑΝΑΠΑΝΤΗΤΑ

Σου στέλνω γράμματα
που μένουν αναπάντητα`
δεν λέω γιατί το κάνεις
μα, τι άραγε να κάνεις;

Σου γράφω ποιήματα:
δεν μένουνε αδιάβαστα`
μέσα μου νιώθω
το λυγμό που βγάζεις,
όταν πάλι και πάλι
τα διαβάζεις.

Πονάει, με κλάματα
όταν μέσα σου ρωτάς,
γι αυτό στα γράμματα
δεν απαντάς.

Τα γράμματα αναπάντητα
να μείνουν πέπρωται`
στον εαυτό ,κανείς ποτέ
δεν απαντάει.

Τα ποήματα θα εξηγηθούν
μέσα σου κάποτε`
τι θ` απαντήσεις στον εαυτό,
για όσα σε ρωτάει;


ΑΣΕ `ΜΕΝΑ ΝΑ ΞΕΡΩ


Μου λες πως δεν έχουμε φίλους,
μόνοι στο κόσμο κινάμε`
άλλοι αν ζούνε σε κάστρα με πύργους
εμείς μοναχά αγαπάμε!

Το χέρι σου δώσ` μου και να` μαι
συνοδοιπόρος σ` αυτή τη στροφή`
όνειρα μοιράσου μαζί μου κι ας πάμε,
ας νιώσουμε αντάμα στιγμή τη στιγμή.

Ο κόσμος καλύτερος δείχνει:
η πλάση χαρούμενη, ο ήλιος λαμπρός`
μέσα μου νιώθω γαλήνη,
καθένας, δικός μου αδελφός.

Μακριά σου τι θα καταφέρω;
Πόσα μου δίνεις, άσε ‘μένα να ξέρω!

Μου λες πως πάλι θα φύγεις
-ξάφνου όπως ήρθες ένα πρωινό-
στους στόχους σου πια καταλήγεις,
το μαντήλι κι εγώ σου κουνώ.

Υπέροχη ήταν αυτή η διαδρομή:
όπου το τέλος, εκεί κι η αρχή…

Στη γιορτή μου λουλούδια σε μένα θα φέρω.
Πόσα μου `δωσες ! άσε `μένα να ξέρω…



2 σχόλια:

Epicuros είπε...

Τα ξυλόγλυπτά σου εκπληκτικά! Με την ποίηση δεν έχω εξοικείωση (αν και γράφω συχνά έμμετρα χιουμοριστικά) και δεν μπορώ να εκφέρω γνώμη. 'Ηταν πάντα το αδύνατό σημείο μου. Αλλά με τις μορφές που δίνεις στο ξύλο εντυπωσιάστηκα! Θα επιστρέψω να διαβάσω περισσότερα...

EVGENIA VOG είπε...

Επίκουρε,
ερασιτέχνης είμαι και γω και στο λόγο και στη τέχνη , κι ως γονιός κι ως άνθρωπος εν τέλει..
Όσο για τα ξυλόγλυπτα ,εδώ πια δηλώνω όχι μόνο ερασιτέχνης αλλά και αντιγραφέας, γιατί στη πραγματικότητα στο εργαστήρι του πολιτιστικού συλλόγου που "φοιτώ" έχουμε τη κακή συνήθεια να ξεπατικώνουμε σχέδια που έχουμε βρει...
Μ`αρέσει πολύ η επεξεργασία γενικά,
του ξύλου, της γλώσσας, της ψυχής, της σκέψης, των σχεδίων και των κατασκευών.
Ούτε και γω μπορούσα ποτέ να φανταστώ τον εαυτό μου δημόσιο υπάλληλο, όμως προέκυψε λόγω οικογενειακών και οικονομικών πιέσεων,από σοβαρό πρόβλημα υγείας ....
Σήμερα ασχολούμαι στη τοπική αυτοδιοίήκηση και με κατασκευές σχολείων.
Πίστεψέ με, μέ εξιτάρει..