Η ΜΕΤΑΛΛΑΞΗ ΜΙΑΣ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑΣΑπό το αντίστοιχο λήμμα “μεταλλάσσω”: μεταβάλλομαι /μεταβάλλω/ανταλλάσσω/μεταβιβάζωΗ σχέση του πατέρα της Μαργαρίτας με το βιβλίο θα χαρακτηρίζονταν ως μαγική. Παρόλο που ήταν παπουτσής στο επάγγελμα και κατασκεύαζε τα είδη του χειροποίητα κατά τον παραδοσιακό εκείνο τρόπο -δίνοντας στα ζεύγη επάνω στον πάγκο του ιδιαίτερη αξία-παρόλο που δούλευε μέσα σε μια παράγκα προχει-ροφτιαγμένη από υποπροϊόντα του ξύλου, βάζοντας μέσα της όλα τα καιρικά φαινόμενα, μάζευε το λιγοστό χαρτζιλίκι που του αναλογούσε εξαιρώντας τα έξοδα διαβίωσης της πενταμελούς οικογένειάς του και κάθε βδομάδα αγόραζε το νέο τεύχος της Εγκυκλοπαίδειας.Ήταν τότε που το χιόνι έφτανε ως το γόνατο κι είχε γεννηθεί η αδελφή της. Η Μαργαρίτα ήταν ακόμη αγέννητη. Θεωρούσε λοιπόν ο πατέρας, ότι το καλύτερο δώρο για ένα παιδί που γεννιέται το χειμώνα του `62 θα ήταν μια δωδεκάτομη εγκυκλοπαίδεια δεμένη, όταν φυσικά θα ολοκληρώνονταν το έργο της εκτύπωσής της , που περιλάμβανε και τις διαδοχικές φάσεις με τα τεύχη.
Κάθε Σάββατο λοιπόν αγόραζε το καινούργιο τεύχος κι αφού το μάτι του διέτρεχε τις ασπρόμαυρες εικόνες ,ίσως να διάβαζε και μερικές αράδες από τα γραμμένα , ταξινομούσε τα τεύχη μ` επιμέλεια, βάζοντάς τα σε ένα χαρτοκιβώτιο , πάντα κάτω-κάτω το αρχαιότερο τεύχος.Η λατρεία του πατέρα της Μαργαρίτας προς την Εγκυκλοπαίδεια είχε λάβει πολλές μεταμορφώσεις , μέσα από κάθε τεύχος που υπομονετικά αγόραζε-λες και προσπαθούσε να ξορκίσει τη φτωχή του μοίρα ,που του διέκοψε ο πόλεμος το σχολείο στη τετάρτη τάξη. Δηλαδή συχνά φανταζόταν το νεογέννητο μωρό να έχει μεγαλώσει και όντας στο σχολείο να αισθάνεται απαραίτητη αλλά και χρήσιμη όσο τίποτε στο κόσμο την Εγκυκλοπαίδεια: σα να χωρούσε όλη τη γνώση μέσα της. Πολλές φορές ακόμη φανταζόταν ότι η Εγκυκλοπαίδεια αυτή ήταν το εισιτήριο για μια καλύτερη ζωή, με μεγαλύτερες ίσως προοπτικές από τις δικές του.Η οικογένεια είχε ήδη αποκτήσει το δεύτερο παιδί, τη Μαργαρίτα και φυσικά τα έξοδα διαβίωσης της όλο και μεγάλωναν, όμως το τεύχος απορροφούσε κάθε βδομάδα το ανάλογο κονδύλι των οικογενειακών εξόδων.
Η ανεργία του πατέρα ανάγκασε την οικογένεια ν` απαρνηθεί την πόλη που τους γέννησε. Μετοίκησαν λοιπόν στη νέα πόλη για` αυτούς, τη Θεσσαλονίκη.Η Μαργαρίτα θυμάται ακόμη ότι ξεπουλήσανε όλα τους τα παλιά έπιπλα, ως και το σιδερένιο εναμισάρι κρεβάτι των γονιών, εκτός από το μπουφέ με τα λεονταρίσια πόδια και το μεγάλο δρύινο τραπέζι , γιατί η απόσταση από τη Δράμα μέχρι τη νέα πόλη θεωρούνταν τότε μακρινή και για να` ναι οικονομική μετακόμιση ,τα φορτηγά που τις αναλάμβαναν, τις δέχονταν εμβόλιμα στα δρομολόγια μαζί με τις μεταφορές εμπορευμάτων .Τα κιβώτια με τα τεύχη της Εγκυκλοπαίδειας -ήταν ήδη δύο – είχαν όμως ξεχωριστή θέση στη καρότσα του φορτηγού. Ο πατέρας τους είχε δώσει ρητή τη συμβουλή στον οδηγό: “Να μη τσαλακωθούν , να μη λερωθούν και κυρίως να μη σκορπίσουν.”
Αφού λοιπόν εγκαταστάθηκαν στην καινούργια γειτονιά γεμάτη από αυτοκίνητα και χωρίς χώρο για ποδήλατο ή ζωηρό παιχνίδι, ο πατέρας τους επέστρεψε μια μέρα χαρούμενος από το μαγαζάκι του ανακοινώνοντας , ότι η έκδοση της Εγκυκλοπαίδειας είχε πια ολοκληρωθεί. Την επόμενη κιόλας θα έδινε τα τεύχη για βιβλιοδεσία.Στο κέντρο της πόλης, ο πατέρας διατηρούσε ένα μαγαζάκι ημιυπόγειο , όπου άλλαξε και τη δραστηριό-τητά του: λόγω του εκσυγχρονισμού της ζωής τα χειρο-ποίητα παπούτσια δεν ήταν πια είδος αναλώσιμο , αλλά κι από την άλλη απαιτούνταν τόσα πολλά ημερομίσθια, ώστε η παραγωγή τους προέκυπτε ασύμφορη, ειδικά μά-λιστα από έναν μόνο μάστορα χωρίς βοηθητικό προσω-πικό. Πίστεψε λοιπόν , ότι το επάγγελμα θα γινόταν πιο βιοποριστικό αν κατασκεύαζε χειροποίητες ζώνες.Κάλεσε τον ζωγράφο που γνώριζε από τη Δράμα- με αλλαγμένη κι αυτός δραστηριότητα “επιγραφές”-κι έφτιαξαν μια χειροποίητη επιγραφή αρκετά καλλιγραφι-κή για το είδος που ανάγγελλε: “Δερμάτιναι Ζώναι παντός τύπου” , που την ανάρτησε στη καλύτερη από άποψη οπτικής θέση, στην πρόσοψη του μαγαζιού.Δίπλα στο μαγαζάκι αυτό υπήρχε ένα βιβλιοδετείο ,που η κακή του μοίρα το ήθελε να κλείσει σχεδόν ταυτόχρονα που άνοιξε το μαγαζάκι του ο πατέρας της Μαργαρίτας. Δηλαδή, ο τελευταίος του πελάτης ήταν ο πατέρας.
Ο βιβλιοδέτης του το είπε καθαρά , ότι ούτε τα υλικά της βιβλιοδεσίας δεν διέθετε καλά-καλά για να ολοκλη-ρώσει τη βιβλιοδεσία. Γι αυτό ο πατέρας έκοψε κομμάτια από δέρμα στο σχήμα των τόμων, από τα τόπια των δερμάτων που προορίζονταν για τις ζώνες και του τα έδωσε. Ο βιβλιοδέτης έκοψε λωρίδες από το δέρμα, ίσων διαστάσεων με τις πλάτες των τόμων και το υπόλοιπο, που προορίζονταν για τα εξώφυλλα , το αντικατέστησε με πανί ευτελούς ποιότητας, τόσο κακής που αν και μαύρου χρώματος έμοιαζε σα διαφανές. Μια νύχτα εγκατέλειψε το μαγαζί του και άφησε μέσα σ` αυτό τους τόμους της Εγκυκλοπαίδειας–ευτυχώς βιβλιοδετημένους- μαζί με μια πρέσα βιβλιοδεσίας που είχε πάνω της ένα σημείωμα:“Η πρέσα για το δέρμα”.Ο πατέρας περιχαρής δέχτηκε την απληστία του βιβλιοδέτη και φυσικά κράτησε τη πρέσα ως αντάλ-λαγμα` πιθανόν να του ήταν χρήσιμη για να πρεσάρει τις ζώνες. Έτσι έφερε στο σπίτι ολοκληρωμένη την δωδεκάτομη Εγκυκλοπαίδεια με πλάτες από δέρμα άριστης ποιότητας και εξώφυλλα που ήδη είχαν αρχίσει να ξεφτίζουν στις γωνίες τους, αφού ήταν από ύφασμα της χειρίστης ποιότητας.
Το καινούργιο τους σπίτι , ένα μικρό διαμέρισμα από αυτά που συνήθως χρησιμοποιούν οι φοιτητές για να διαμένουν κατά την περίοδο των σπουδών τους , δεν διέθετε σαφώς καμιά άνεση, αλλά και η οικονομική κατάσταση της οικογένειας ήταν τέτοια που δεν επέτρεπε σπατάλες για έπιπλα ή άλλα είδη διευκόλυνσης της διαβίωσης σ` ένα τόσο μικρό και κακοφτιαγμένο σπίτι , όπως θα ήταν στη περίπτωση αυτή μια βιβλιοθήκη.Υπήρχε μόνο μια ντουλάπα , από αυτές που έχουν πρόσοψη από καπλαμά και εσωτερικά έχουν για πλάτη και πλευρά τον τοίχο, μπογιατισμένο με υδρόχρωμα: βάζοντας τα ρούχα μέσα σ` αυτή ντουλάπα χρειάζεται βγάζοντάς τα, πάντα να τα βουρτσίζεις. Η ντουλάπα αυτή μέσα στην πολυτέλεια της διέθετε και πατάρι.Τα δυο κορίτσια ανέβασαν προσεχτικά τους τόμους με τη σειρά , σ` έναν ελάχιστο χώρο στο πατάρι, ανάμεσα σε κουβέρτες κι άλλα είδη εκτός της τρέχουσας εποχής . Έφτιαξαν κι έναν κατάλογο με τα περιεχόμενα του κάθε τόμου και τον κόλλησαν στο εσώφυλλο της ντουλάπας , ώστε να μην χρειάζεται να κατεβάζουν όλους τους τόμους , για τον συγκεκριμένο που θα απαιτούσε η σχολική τους εργασία
Μέσα στη βιασύνη του να δραπετεύσει είχε ξεχά-σει ο βιβλιοδέτης να βάλει αρχικά στους τόμους και το μόνο που είχε στοιχειωδώς πράξει για την εξυπηρέτηση του αναγνώστη ήταν να αριθμήσει τους τόμους, με αριθ-μούς χωρίς χρώμα, που τους χτύπησε στην πλάτη μ` έναν ζουμπά. Προς τούτο ο πατέρας έφτιαξε μια δική του πατέντα,ώστε να μπορεί να επανατυπώσει με χρυσομπο-γιά τους αριθμούς για να είναι ορατοί. Του είχαν απομείνει κάποιες ζελατίνες, από αυτές που τύπωνε τη φίρμα του στα χειροποίητα παπούτσια.
Κάθε φορά που τα κορίτσια χρειάζονταν την εγκυκλοπαίδεια ανέβαινε η Μαργαρίτα σαν πιο μικρό-σωμη που ήταν σε μια μεταλλική σκάλα κι έψαχνε τον αντίστοιχο τόμο , ενώ η αδελφή της περίμενε από κάτω να τον πάρει , γιατί ήταν βαρύς και με δυσκολία θα μπορούσε ένα οκτάχρονο παιδί να κατεβεί τα σκαλοπά-τια της παλιάς σκάλας με τον τόμο παραμάσχαλα.Όλη η διαδικασία του ανέβα-κατέβα αλλά και της διερεύνησης των λημμάτων της εγκυκλοπαίδειας τους είχε γίνει κάτι σαν παιχνίδι: ώρες ατέλειωτες χάνονταν μέσα σ` αυτά .Μερικές φορές επιβάλλονταν και η χρήσης του λεξικού , γιατί η εγκυκλοπαίδεια ήταν γραμμένη στην αρχαΐζουσα καθαρεύουσα. Τα κορίτσια είχαν μόλις αρχίσει να διδάσκονται τη γραμματική της Νέας ελληνικής γλώσσας.
Χρησιμοποιώντας κάποιες από τις οικονομίες τους και αφού κι οι δυο τους υποσχέθηκαν ότι δεν θα έκαναν ούτε νύξη για αγορά ποδηλάτου , μιας και δεν υπήρχε χώρος για παιχνίδι στο κέντρο της μεγαλούπολης όπου διέμεναν, αγόρασαν κάποια μέρα μια φθηνή καινούργια βιβλιοθήκη από την οδό Τοσίτσα, που ως γνωστό γίνονται τακτικά εκποιήσεις κι έτσι η εγκυκλοπαίδεια απέκτησε την πραγματική της διάσταση , αφού χωρούσε ακριβώς στο μεγαλύτερό της ράφι. Τα κορίτσια είχαν στο μεταξύ μεγαλώσει και μπορούσαν να επισκέπτονται τη δανειστική βιβλιοθήκη της Χ.Α.Ν.Θ, γιατί οι ανάγκες τους σε γνώσεις και πληροφορίες πολλαπλασιάζονταν ραγδαία και η εγκυκλοπαίδεια πια από μόνη της δεν μπορούσε πια να τις καλύψει.Από τότε χρειάστηκε να αγοράσουν άλλες δύο βιβλιοθήκες για να φιλοξενηθούν τα βιβλία τους, που στο μεταξύ είχαν αρχίσει να συσσωρεύονται με ρυθμό απρόβλεπτο: τα πανεπιστημιακά τους βιβλία, τόσο τα πολυτεχνειακά της Μαργαρίτας όσο και τα λογοτεχνικά της αδελφής της ήταν πολύ χωροβόρα. Μετά από αρκετά πάλι χρόνια η καθεμιά από τις αδελφές αναζήτησε το δικό της δρόμο: δημιούργησαν δικά τους σπίτια , οικογένειες κι όπως ήταν φυσικό και δικές τους βιβλιοθήκες απαρνούμενες αυτές του πατρικού σπιτιού.
Εδώ και χρόνια την τυραννούσε το στίγμα της εγκυκλοπαίδειας αυτής. Δεν είναι ούτε σε χαρτί ιλουστρασιόν τυπωμένη, ούτε καλοδεμένη είναι, μα ούτε και διαθέτει περιττά στολίδια, πολύχρωμους χάρτες ή τρισδιάστατες εικόνες. Μέσα όμως από την εξερεύνησή της έφτασε στη γνώση, όχι σ` αυτή που κάνει τα παιδιά “κινητές εγκυκλοπαίδειες” ή στείρους απομνημονευτές. Περιπλανήθηκε συχνά μέσα στα λήμματα για τους αρχαίους σοφούς, τα μαθηματικά, τις τέχνες , τις μοντέρνες επιστήμες. Η σχέση της με την Εγκυκλοπαίδεια της φαινόταν μαγική. Μεταμορφώνονταν κάθε φορά που άνοιγε τα φύλλα της και εισχωρούσε στα λήμματα. Μα…δεν την είχε πια.Τις προάλλες ψάχνοντας στις μικρές αγγελίες για κάποια προς ανοικοδόμηση οικόπεδα , ήρθε στα χέρια της τυχαία μια αγγελία από τη στήλη “ΒΙΒΛΙΑ”, πως την πουλούσαν προς τέσσερα ευρώ τον τόμο. Ο κύριος που την πληροφόρησε στο τηλέφωνο για την εγκυκλοπαίδεια, τη ρώτησε χωρίς περιστροφές τον λόγο που την ήθελε, αφού κανείς εκτός του χώρου των φιλολόγων δεν θα μπορούσε να την διαβάσει πια χωρίς τη χρήση του λεξικού κι ίσως κάποιος συλλέκτης να ενδιαφέρονταν αλλά και αυτό φάνταζε… χλωμό. Την ενημέρωσε ακόμη, πως ούτε το δημοτικό σχολείο της γειτονιάς του τη δέχτηκε, όπου προθυμοποιήθηκε να τη χαρίσει, γιατί κανείς δάσκαλος ούτε μαθητής ήταν διατεθειμένος να εμπλακεί στον κυκεώνα της μετάφρασης των λημμάτων της . Ο ίδιος-καθηγητής μαθηματικός -της τόνισε πως εκποιεί την εγκυκλοπαίδεια στην εξευτελιστική τιμή των πενήντα ευρώ, λόγω της προόδου των καιρών μας: “cd-rom, Internet..”διατάθηκε. Σα να μη κατείχε αυτή καλά τα θέματα της προόδου ως τεχνοκράτης που είναι.“Πράγματι εξευτελισμός …”σιγομουρμούρισε η Μαργα-ρίτα μην αντέχοντας να τη βλέπει νοερά, σκονισμένη και στοιβαγμένη, σχεδόν για πέταμα κι αμέσως έτρεξε να την παραλάβει παρά την καταρρακτώδη βροχή που έρριχνε.Ο άνθρωπος αυτός είχε φροντίσει να της προμηθεύσει ως κι ένα τσουβάλι για να μπορεί να γίνει άμεσα η μεταφορά της. “Ένα τσουβάλι γνώση” είπε αστειευόμενη η Μαργαρίτα αποχωρώντας.Θα ήταν ίσως αδικία και χαραγματιά μεγάλη στη ζωή της Μαργαρίτας, που πάντοτε πίστευε στη Θεία Δίκη , αν δεν κατάφερνε να την κάνει και πάλι δική της : να την έχει για να της ζεσταίνει τη καρδία και να της θυμίζει την αξία της γνώσης , μα κυρίως αυτή της αυτογνωσίας, στην ενότητα της ζωής του ανθρώπου με τη ψυχή του, στη σύνδεση αυτή του ανθρώπου με τον ουρανό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου